Ο αθλητής της ζωής.

21 Μαΐου, 2017.

Ο Κυνικός φιλόσοφος Διογένης έζησε τον τέταρτο αιώνα π.Χ.. Η φιλοσοφία του δίνει ένα ξεχωριστό περιεχόμενο σε μία αξία της ζωής. Αυτή της σωφροσύνης.

Σύμφωνα με τον Διογένη, υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι είναι σε θέση να προσφέρουν ένα ευεργέτημα στον άνθρωπο. Να τον σωφρονίζουν.

Όχι να τον σωφρονίσουν. Να τον σωφρονίζουν – αν η διαφορά είναι κατανοητή.

Εκείνοι που ευεργετούν τους ανθρώπους σωφρονίζοντάς τους, δεν είναι οι αθλητικοί αγώνες και τα κάθε είδους παίγνια, δηλαδή τα παιχνίδια.

Είναι οι πόνοι και οι κόποι, τους οποίους χρειάζεται ώστε να συναγωνίζεται ο ευγενής άνθρωπος προκειμένου να αμιλλάται ομοίους του έχοντας ως σκοπό την νίκη. Όσο ασχολείται με ετούτο, επιδιώκει την αρετή.

Ο γνήσια ευγενής άνθρωπος είναι και ταπεινός. Έτσι, αναγνωρίζει ότι η αρετή δεν είναι κάποια κατάκτηση ή ένα επίτευγμα. Είναι κάτι το άφθαστο, το άπιαστο για το ανθρώπινο πλάσμα. Για τον άνθρωπο, αρετή είναι το να την επιδιώκει. Καταδιώκοντάς την.

Κάποτε που ο Διογένης βρέθηκε στα Ίσθμια και ρωτήθηκε αν είχε πάει για να δει τους αγώνες, είπε πως πήγε για να πάρει ο ίδιος μέρος.

Γελάσανε εκείνοι που ήταν γύρω του. «Και ποιοι ήταν οι ανταγωνιστές σου;» Ρωτήσανε.

Ο φιλόσοφος τότε απάντησε πως «αντίπαλοί μου ήταν οι πιο σκληροί και πιο αήττητοι, που κανείς άλλος Έλληνας δεν μπορεί να αντιμετωπίσει.

Όχι εκείνοι που τρέχουν, παλεύουν, πυγμαχούν ή ρίχνουν το ακόντιο, αλλά εκείνοι που σωφρονίζουν.

Οι δυστυχίες και οι κόποι, δηλαδή.»

Έκανε μια μικρή παύση ο φιλόσοφος και συνέχισε. «Επειδή οι δυστυχίες και οι κόποι είναι τόσο δυνατοί ώστε αποβαίνουν ανίκητοι από ανθρώπους χορτάτους και αλαζόνες που όλη μέρα τρώνε και τη νύχτα ροχαλίζουν. Αφού τέτοιοι άνθρωποι μπορούν να νικηθούν από ανθρώπους λεπτούς και άσαρκους.»

Ο ευγενής άνθρωπος θεωρεί ως μεγαλύτερους ανταγωνιστές του, τις δυσκολίες και τους πόνους της ζωής. Και παλεύει μ’ αυτούς μέρα νύχτα, κι όχι, όπως οι κατσίκες, για λίγο σέλινο, ελιά ή πεύκο, αλλά παλεύει για την ευτυχία και την αρετή σε όλη του τη ζωή».

Λέγεται ότι συχνά τον είχαν δει να φορά στο κεφάλι ένα στεφάνι από πευκοκλώναρο. Κι όταν τον ρωτούσανε γιατί φοράει τέτοιο στεφάνι, απαντούσε πως

νίκησε στη μάχη εναντίον της βαρβαρότητας και των κερδοσκοπικών προσδοκιών.

Ο Διογένης υποστήριζε την εγκράτεια. Λαχταρούσε να αλλάξει η ανθρώπινη κοινωνία η οποία, θεωρούσε πως είχε διαφθαρεί. Αυτή η αλλαγή θα ήταν εφικτή, δίδασκε, εάν ο άνθρωπος επέστρεφε στο να ζει σύμφωνα με την φύση του. Αφού η ανθρώπινη ευτυχία βρίσκεται στη φυσική ζωή κι όχι στην παρά φύσει και την μετά φύση ζωή, και πως μόνο με την αυτάρκεια, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί να την εξασφαλίσει, δίδασκε.

Παρά φύση ζωή είναι εκείνη κατά την οποία ο άνθρωπος ασχολείται με πράγματα έξω από την φύση του, για παράδειγμα, να πετάξει όπως τα πουλιά, αυτόνομα ο ίδιος ενώ δεν έχει ούτε πτερά ούτε την δύναμη να κινεί τα χέρια ή τα πτερά του αν προσάρμοζε τέτοια, τόσο γρήγορα όσο τα πουλιά. Ή να χρησιμοποιεί τα χέρια του για να περπατάει ενώ η φύση τον προικοδότησε με χέρια ώστε να είναι σε θέση να απαντά στις φυσικές ανάγκες γύρω του όσο κι αν ορισμένες φορές χρειάζεται βοηθητικά και τα χέρια για να συρθεί ώστε να μετακινηθεί. 

Παρά φύσει ζωή είναι το να τρώει πέτρες ή δηλητήρια που θα τον βλάψουν αναπόφευκτα. Είναι το να συναγελάζεται και να διασκεδάζει μαζί με ζώα αντί με ανθρώπους σαν τον ίδιο. Είναι το να φέρνει την δυστυχία αντί  την ευτυχία στην ψυχή του. Και στους άλλους. Παρά φύση ζωή είναι να μην κρατάει  το μέτρο σε οτιδήποτε κάνει κι έτσι να καταντάει, για παράδειγμα, άπληστος και βουλιμικός κατά πολλούς τρόπους, όπου μία εκδήλωση είναι κι η μανία με το χρήμα. 

Μετά φύση ζωή είναι να ασχολείται με τα μεταφυσικά περισσότερο από όσο χρειάζεται να ασχολείται με τα φυσικά ώστε να διάγει βίο καλό και προς την αρετή κι ευτυχία, την δική του και των γύρω του, αφού συχνά συμβαίνει να ασχολείται ο άνθρωπος όλη μέρα με την σκέψη τι θα κάνει αφού η φύση του εδώ στην ζωή αναλωθεί, και τότε είναι που ψάχνει τρόπους μετά την φύση του, ώστε να αγγίξει την αθανασία.

Η σύγχρονη αλλά κι η Ιστορικά πάντα παρούσα βαρβαρότητα στον ανθρώπινο βίο, αποτελεί το αντίστροφο των αντιλήψεων του Διογένη. Είναι από μόνος του ο άνθρωπος που έχει κυριολεκτικά ανόητα, απομακρυνθεί από την ίδια του τη φύση. Όχι μόνον ο σημερινός άνθρωπος.

Πώς το έχει καταφέρει; Ή καλύτερα, πώς δεν έχει καταφέρει να απελευθερωθεί από την βαρβαρότητα; Όχι μόνον ο σημερινός άνθρωπος.

Ξέπεσε εκεί; Ήταν ποτέ κάπου υψηλότερα, κι από εκεί ψηλά, κατέπεσε κι εξέπεσε και καταβαραθρώθηκε σε επίπεδο χαμηλότερο από εκείνο της τελειότητας; Όχι μόνον ο σημερινός άνθρωπος.

Τουλάχιστον σήμερα, ο άνθρωπος έχει δημιουργήσει για τον εαυτό του πλήθος πλαστές ανάγκες που γεννούν παρά φύση επιθυμίες, που τελικά τον υποδουλώνουν επειδή παραδίνεται αυτόβουλα κι εθελόδουλα σε κάτι που δεν είναι ο ίδιος και δεν μπορεί ο ίδιος να γίνει. Κάτι ξένο. Ε, αυτό το παρά φύση, το ξένο είναι που θεωρεί επίτευγμα. Κι όχι οτιδήποτε σύμφωνα με την φύση του.

Μα τότε είναι που ανακαλύπτει ότι αυτό το παρά φύση που πέτυχε, ούτε ιδανικό είναι, ούτε του δείχνει προς την ευτυχία της ζωής αλλά μόνο προς την προσωρινή ευωχία χωρίς ουσιαστική απόλαυση. Κι έτσι λοιπόν, κυνηγώντας την απόλαυση, βυθίζεται όλο και περισσότερο στην άβυσσο του ξένου προς τον άνθρωπο.

Για να απομειωθεί τελικά σε ένα άπληστο και ανικανοποίητο πλάσμα, έναν πίθο χωρίς πάτο που ό,τι και να ρίξεις μέσα του δεν γεμίζει ποτέ. Και γιατί πρέπει σώνει και καλά να είναι κάποιος βέβαιος ότι λείπει ο πάτος; Μα διότι λείπει το έρμα της ζωής του ανθρώπου εκείνου. Του λείπουν οι βάσεις του βίου, και για αυτό ο ίδιος λέει «η ζωή». Δεν είναι σε διανοητική θέση να αντιληφθεί ότι δεν ζει ζωή, αλλά διάγει βίο. Φυσιολογικό επόμενο συνεπώς είναι να μην αντιλαμβάνεται τι έχει να κάνει αφού ζωή δεν είναι το να υπάρχει. Διότι τέτοιος άνθρωπος, απλώς υπάρχει.

Δεν οδηγεί, δεν άγει ο ίδιος τον εαυτό του μέσα από, διά κάποιου περιβάλλοντος, δηλαδή, δεν διάγει κάτι.

Και επιλέγει να μην διάγει βιωματικές εμπειρίες αφού τους επιτρέπει να τον βρίσκουν καθώς εκείνος υπάρχει. Όσο δεν διάγει βιωματικές εμπειρίες, δηλαδή βίο. Έτσι συμβαίνει τα παθήματα να μην γίνονται μαθήματα.

Ακριβώς ετούτος είναι ο λόγος που κάνει τέτοιον άνθρωπο να χρειάζεται όχι να σωφρονισθεί, μα να σωφρονίζεται. Καθημερινά. Και πολλάκις στην διάρκεια της ημέρας.

Ενώ οι πολλοί υπάρχουν, οι εκλεκτοί ζουν συνειδητά διάγοντας βίο, οι επίλεκτοι σωφρονίζουν.

Στον στίβο του βίου, όπως και στον Ολυμπιακό στίβο συνεπώς, νικητής είναι ο αθλητής της ζωής.

Εκείνος ο οποίος δίνει τον αγώνα υπέρ του Δικαίου, της αρετής, του αγαθού, του καλού και του ωραίου. Για να καταλήξει αργά ή γρήγορα να δίδει και τον αγώνα του υπέρ Αδυνάτου.

Όσο οι πολλοί υπάρχουν, η πόλη θα αποτελείται από τους άρπαγες της εξουσίας και τον λαό ως χειραγωγούμενο άθυρμα της εκάστοτε εξουσίας. 

Στην Πολιτεία, το υπόβαθρο της πολιτικής και κοινωνικής διεργασίας είναι το συλλογικό συμφέρον, το ατομικό άρα και της Πολιτείας ταυτόχρονα. Υπάρχει με την δύναμη του ΠΟλίτη – ΟΠλίτη, δηλαδή ενεργού υπερασπιστή της Πολιτείας, ενδεδυμένου το Όπλον, δηλαδή την Ασπίδα.

Στην Κοινωνία, λέξη από την Λατινική societas που σημαίνει συνεταιρισμός με σκοπό το ατομικό συμφέρον και κέρδος εκάστου των συμβαλλομένων, το υπόβαθρο της πολιτικής και κοινωνικής διεργασίας είναι το ατομικό συμφέρον, η ιδιοτέλεια, το κυνήγι του κέρδους υπέρ του εαυτού και μόνον, με την επακόλουθη υπονόμευση της αξίας του ανθρώπου από όπου υπάρχει διαδικασία εξαγωγής κέρδους εκτός των άλλων φυσικών πηγών τέτοιου, ο φιλοτομαρισμός και η αναπόφευκτη από όλα αυτά, η παραγόμενη από τα μύχια του συστήματος και της ψυχής όσων το υπηρετούν, φαυλότητα.

Όταν ο Διογένης αιχμαλωτίστηκε στη μάχη τις Χαιρώνειας κι οδηγήθηκε μπροστά στον Φίλιππο και ρωτήθηκε ποιος είναι, απάντησε: «είμαι κατάσκοπος της απληστίας σου».

Κι όταν μετά τον Φίλιππο, ο γιος του Φιλίππου, ο Αλέξανδρος ο Μέγας ήλθε να γνωρίσει τον Διογένη και στάθηκε μπροστά του ηγεμών ολόκληρης της Ελλάδας πλέον, ο φιλόσοφος τον ράβδισε στους αστραγάλους, αμίλητος, και κατά τα άλλα αμετακίνητος μπροστά από το πιθάρι του.

«Γιατί με κτυπάς; Δεν γνωρίζεις ποιος είμαι;» Απόρησε ο Αλέξανδρος.

«Δεν γνωρίζω ποιος είσαι, αλλά κι ο ηγεμόνας του κόσμου να είσαι, παραμέρισε. Γιατί εκεί που στέκεσαι, μου στερείς εκείνο που δεν μπορείς να μου δώσεις. Του Ήλιου το φως.» Απάντησε ο ηλικιωμένος που πέρασε την ζωή του όλη κρατώντας ένα φανάρι αναμμένο νύχτα και μέρα και περιδιαβαίνοντας τους δρόμους, «μα γιατί;» Τον ρωτούσαν. «Ψάχνω να βρω έναν Άνθρωπο.» Απαντούσε εκείνος.

Ο Αλέξανδρος παραμέρισε αμέσως. Φεύγοντας, δήλωσε ο μαθητής του Αριστοτέλη. «Αν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν ο Διογένης.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πριν την υποβολή σχολίου ή και άρθρου προς δημοσίευση, ας είναι υπ’ όψη τα εξής, παρακαλώ.

- Σχόλια και άρθρα που υποβάλλονται για δημοσίευση σε «greeklish» (ελληνικά με λατινικούς χαρακτήρες) ή με κεφαλαία γράμματα, ή άσχετα με το θέμα, ή που περιλαμβάνουν ύβρεις, ειρωνείες, ασυνάρτητο λόγο, προσβλητικό χαρακτηρισμό, υποτιμητικές προσφωνήσεις, υπονοούμενα, απειλές ή χυδαιολογίες, δεν δημοσιεύονται. Διότι δεν συνάδουν με τον πολιτισμό του Ιστότοπου.

- Σχόλια και άρθρα που υποβάλλονται για δημοσίευση περιλαμβάνουν έγκυρο ε-μαιλ, ηλεκτρονική διεύθυνση του σχολιαστή ή αρθρογράφου ώστε να αποτελεί υπεύθυνο λόγο. Το ε-μαιλ αυτό δεν θα δημοσιεύεται.

- Σχόλια και άρθρα που υποβάλλονται, δημοσιεύονται το συντομότερο δυνατόν. Ο Ιστότοπος λειτουργεί σε εθελοντική βάση, όχι επαγγελματική. Δεν απολαμβάνει υλικού κέρδους.